μήνιγγες

μήνιγγες
Μεμβράνες που περιβάλλουν το κεντρικό νευρικό σύστημα, δηλαδή τον εγκέφαλο και τον νωτιαίο σωλήνα. Είναι τρεις· από τα έξω προς τα μέσα: η σκληρά, ινώδους σύστασης και πολύ ανθεκτική, η αραχνοειδής, που στερείται αγγείων, είναι λεπτότατη και διαφανής, και η χοριοειδής, πολύ πλούσια σε αγγεία που βρίσκεται σε απευθείας επαφή με τον εγκέφαλο και τον νωτιαίο μυελό. Η σκληρά μήνιγξ επενδύει την εσωτερική επιφάνεια των οστών του κρανίου και της σπονδυλικής στήλης, έτσι που να μην διακρίνεται εύκολα από το περιόστεο. Συγχρόνως εκπέμπει πεταλοειδείς προσεκβολές, που εισχωρούν στο εσωτερικό του κρανίου μεταξύ των διαφόρων τμημάτων του εγκεφάλου, δημιουργώντας έτσι στοιχεία υποστήριξης της εγκεφαλικής ουσίας και προστατεύοντας τα διάφορα μέρη του εγκεφάλου από βλάβες που θα μπορούσαν ενδεχόμενα να προκληθούν λόγω συμπίεσης. Η αραχνοειδής μήνιγξ σχηματίζεται από δύο πέταλα: ένα, που ονομάζεται τοιχωματικό, ενώνεται με την εσωτερική επιφάνεια της σκληρής, και ένα, σπλαγχνικό, που καλύπτει την χοριοειδή μήνιγγα. Αυτά τα δύο πέταλα αφορίζουν μία κοιλότητα, τον αραχνοειδή χώρο. Η χοριοειδής μήνιγξ αποτελείται από συνδετικό ιστό· σε αυτή διακλαδίζονται οι αρτηρίες πριν εισχωρήσουν στην εγκεφαλική ουσία για την αιμάτωση των νευρικών κέντρων. Το τμήμα της που καλύπτει τη φαιά ουσία, η οποία είναι πλούσια σε νευρικά κέντρα, έχει άφθονα αγγεία· το τμήμα της που καλύπτει τη λευκή ουσία, η οποία αποτελείται από δέσμες νευρικών ινών, έχει λιγότερα αγγεία. Η χοριοειδής χωρίζεται από την αραχνοειδή από έναν χώρο, που ονομάζεται υπαραχνοειδής, στον οποίο κυκλοφορεί το εγκεφαλονωτιαίο υγρό. Στις λειτουργίες των μ. συμπεριλαμβάνονται, εκτός της μηχανικής προστασίας του κεντρικού νευρικού συστήματος, εκείνη του φραγμού, ικανού να επιτρέπει τη δίοδο προς τον νευρικό ιστό ορισμένων μόνο ουσιών, ενώ εμποδίζει για παράδειγμα τη δίοδο βλαβερών ουσιών. Οι μ. προσβάλλονται από πολυάριθμες παθήσεις. Μεταξύ αυτών είναι οι αιμορραγίες, που οφείλονται σε ρήξη αιμοφόρων αγγείων μετά από κρανιοεγκεφαλική κάκωση: ανάλογα με την κοιλότητα στην οποία χύνεται το αίμα, διακρίνονται σε αιμορραγίες επισκληρίδιες (μεταξύ οστού και σκληράς), υποσκληρίδιες (μεταξύ σκληράς και αραχνοειδούς) και υπαραχνοειδείς (στον ομώνυμο χώρο). Αναφέρονται επίσης οι νεοπλασίες των μ., και οι φλεγμονές, γνωστές ως μηνιγγίτιδες (βλ. λ.). μηνιγγοκήλη. Συγγενής ανωμαλία διάπλασης. Μορφή δισχιδούς ράχης κατά την οποία οι μ., που καλύπτουν τον νωτιαίο μυελό, προβάλλουν καλυμμένες με δέρμα, λόγω ελλείμματος στο κρανίο ή στην αυχενική μοίρα της σπονδυλικής στήλης. Ο εγκέφαλος περιβάλλεται από τη σκληρή μήνιγγα, η οποία εδώ έχει αφαιρεθεί μερικά για να φανεί η αραχνοειδής, που προσκολλάται στις έλικες του εγκέφαλου, ενώ παρεμβάλλονται ο υπαραχνοειδής χώρος και η χοριοειδής μήνιγγα? 1 - μέση εγκεφαλική φλέβα? 2 - κροταφικός μυς? 3 - σφηνοειδές οστό? 4 - μετωπιαίος κόλπος? 5 - μετωπιαίο οστό? 6 - πάνω οβελιαίος κόλπος? 7 - σκληρή μήνιγγα? 8 - βρεγματικό οστό? 9 - πακχιόνια σωμάτια? 1 0 - κλάδοι της μέσης μηνιγγικής αρτηρίας και φλέβας? 11 - ινιακό οστό? 12 - αραχνοειδής μήνιγγα? 13 - μεγάλη αναστομωτική φλέβα.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • μυελίτιδα — (Ιατρ.). Φλεγμονώδης πάθηση του νωτιαίου μυελού. Εμφανίζεται στη φαιά ουσία του νωτιαίου μυελού (πολιομυελίτιδα) ή τη λευκή ουσία του (λευκομυελίτιδα) και, μερικές φορές, σε ολόκληρο το πλάτος του νωτιαίου μυελού (εγκάρσια μ.). Παρόμοια βλάβη… …   Dictionary of Greek

  • παρωτίτιδα — (Ιατρ.). Φλεγμονή της παρωτίδας. Η πιο γνωστή μορφή είναι η επιδημική π. (μαγουλάδες), λοιμώδης νόσος μεγάλης μεταδοτικότητας, που οφείλεται σε έναν ιό, ο οποίος προσβάλλει και τους γεννητικούς αδένες, τους δακρυϊκούς αδένες, το πάγκρεας και τις… …   Dictionary of Greek

  • νευρικό σύστημα — Σύστημα οργάνων στα ζώα και στους ανθρώπους με το οποίο πραγματοποιείται η επαφή του οργανισμού με το περιβάλλον και με το οποίο αλληλοσυνδέονται τα όργανα μεταξύ τους και συντονίζονται οι λειτουργίες του σώματος. κεντρικό ν.σ. Στην κοιλότητα που …   Dictionary of Greek

  • εγκεφαλίτιδα — Φλεγμονή του εγκεφάλου. Συνήθως οφείλεται σε παθογόνους παράγοντες που φτάνουν εκεί είτε με απευθείας μετάδοση από τις μήνιγγες είτε μεταφέρονται με το αίμα και τη λέμφο από άλλα όργανα. Ταξινομείται ανάλογα (α) με το αν είναι πρωτοπαθής (από… …   Dictionary of Greek

  • κώμα — Παθολογική κατάσταση κατά την οποία επέρχεται απώλεια της συνείδησης, της εθελουσίας κινητικότητας και της αισθητικότητας, ενώ διατηρούνται οι λειτουργίες του νευροφυτικού συστήματος. Ο ασθενής δεν αντιδρά ακόμη και σε έντονη διέγερση. Το κ.… …   Dictionary of Greek

  • μήνιγγα — η (Α μῆνιγξ, ιγγος) καθένα από τα τρία μεμβρανώδη περιβλήματα χοριοειδής, αραχνοειδής και σκληρά μήνιγγα τα οποία περιβάλλουν τον εγκέφαλο και τον νωτιαίο μυελό νεοελλ. στον πληθ. οι μήνιγγες ονομασία τών κροτάφων, τα μηλίγγια αρχ. 1. το τύμπανο… …   Dictionary of Greek

  • μηνιγγικός — ή, ό [μήνιγξ] (ανατ. ιατρ.) αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στη μήνιγγα ή στις μήνιγγες (α. «μηνιγγικές αύλακες» β. «μηνιγγική αρτηρία») γ. «μηνιγγικό σύνδρομο») …   Dictionary of Greek

  • σκληρός — I Ορεινός οικισμός (89 κάτ., υψόμ. 900 μ.), στην επαρχία Τριφυλίας του νομού Μεσσηνίας. Είναι έδρα της ομώνυμης κοινότητας (23 τ. χλμ., 89 κάτ.). II Επώνυμο βυζαντινής οικογένειας. 1. Νικήτας. Πατρίκιος στα χρόνια του αυτοκράτορα Λέοντα ΣΤ’. Το… …   Dictionary of Greek

  • σπονδυλικός — ή, ό, Ν 1. αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στους σπονδύλους 2. φρ. α) «σπονδυλική αρτηρία» ανατ. κλάδος τής υποκλείδιας αρτηρίας β) «σπονδυλική στήλη» i) (ανατ. βιολ.) ο αξονικός σκελετός τού κορμού τών σπονδυλοζώων που υποβαστάζει την κεφαλή και… …   Dictionary of Greek

  • υπόφυση — (Ανατ.). Σύνθετος νευροενδοκρινής αδένας με πολλαπλές λειτουργίες. Η υ. βρίσκεται σε μια οστέινη κοιλότητα στη βάση του κρανίου, το τουρκικό εφίππιο, και χωρίζεται από την κρανιακή κοιλότητα με μια μεμβράνη της σκληράς μήνιγγος (μήνιγγες). Είναι… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”